Μια φορά που βγήκε ο Διάβολος βαλθήκαν με το Χριστό να κάμουν δυο πράματα. Ο Διάβολος έφκιαξε τα γίδια και δε μπορούσαν να γονατίσουν, όταν κοιμώνταν καθόλου. Ο Χριστός έφκειαξε τα πρόβατα και μπορούσαν να γονατίσουν και κοιμούνταν όλο το μεσημέρι. Τα γίδια που δεν μπορούσαν να γονατίσουν έφευγαν όλο έφευγαν και ο Διάβολος που πήγαινε κοντά ανάπαυλα δεν εύρισκε. Απόστασε. Τότε ο Διάβολος ρώτησε το Χριστό πως τα κατάφερε να κοιμώνται τα πρόβατά του. Ο Χριστός δεν του είπε τίποτα. Τότε κι ο Διάβολος σοφίστηκε με τα κέρατά του κι έκοψε μια πέτσα απ’ τα γόνατα των γιδιών και τα κατάφερε να γονατίζουν και να κοιμούνται. Από τότε κι ύστερα μπορούν τα γίδια να γονατάνε και να κοιμούνται το μεσημέρι. Για να εκδικηθεί το Χριστό ο Διάβολος έφκειασε την αλεπού και το λύκο και πήγαιναν κι έτρωγαν τα πρόβατα, αρνιά και πρόβατα τα σακάτευαν. Ο Ιησούς Χριστός για να τον εκδικηθεί το Διάβολο έφκειασε το μαντρόσκυλο κι αυτός κυνηγάει τα γίδια και φεύγουν απ’ το μπουλούκι. Πάλε ο Διάβολος έφκειασε το λαγό να τρέχη πολύ. Κι ο Χριστός έκαμε το λαγωνικό να κυνηγάει το λαγό.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών