Ο αδερφός μου νύχτα ερχόντανε στο χωριό. Στην Άνω Κώμη (πρώην Άνω Βάνιτσα) που ήταν ένα καραγάτσι (=κούφιος κορμός δένδρου) ακούει μια φωνή κοριτσίσια σαν να κλαιγε. Τότε έσβυσε και το φανάρι του. Κατάλαβε τότε τι συνέβαινε. Μάλιστα από εκεί εβγήκ το κορίτσι και ήρθε και με σκούνταγε. Εγώ άναψα το τσιγάρο μου και ξανά με εσκόνταγε. Τότε άναψα το φανάρι και έφυγε.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών