Η γρά Μάμαινα ηρχούντονε μια φορά με τη θυγατέρα τζης της Ερήνη από τσ’ Αγόρους. Στο δρόμο ενυχθιαστήκανε κι εφοβούντανε να μην τώσε παντήξη κανείς νιζάμης. (ετοτέσα ήσανε νιζάμηδες). Όντον επερνούσανε στη Χελιδονιά θωρούνε μέσα από τσι λυγιές μιαν κεφαλή κι εψήλωνε κι εψήλωνε. Αυτές εθαρρούσανε, πως ήτονε νιζάμης και σφίγγουνε απάνω κι εγλακούσανε κι εγλακούσανε κι εβγήκεν η γλώσσα ντως μια οργνιά, ίσαμ’ απού ξεπροβάλανε στο Καμάρι. Εκειά ρωτούνε η μια την άλλη: «Στσι λυγιές ήτονε, μωρή;» Κι ακούνε μια φωνή απού την κορφή απού τον πρίνο και τώσε λέει: «Αλλού τονε». Τότεσα το καταλάβανε, πως ήτονε φάντασμα κι ώστο να ‘ρθούνε στο χωριό εξεγλωσσιστήκανε. [Αγορούς= τοπωνύμιο όπου έχουν περιουσίες, νιζάμης= τούρκος στρατιώτης]

Η γρά Μάμαινα ηρχούντονε μια φορά με τη θυγατέρα τζης της Ερήνη από τσ’ Αγόρους. Στο δρόμο ενυχθιαστήκανε κι εφοβούντανε να μην τώσε παντήξη κανείς νιζάμης. (ετοτέσα ήσανε νιζάμηδες). Όντον επερνούσανε στη Χελιδονιά θωρούνε μέσα από τσι λυγιές μιαν κεφαλή κι εψήλωνε κι εψήλωνε. Αυτές εθαρρούσανε, πως ήτονε νιζάμης και σφίγγουνε απάνω κι εγλακούσανε κι εγλακούσανε κι εβγήκεν η γλώσσα ντως μια οργνιά, ίσαμ’ απού ξεπροβάλανε στο Καμάρι. Εκειά ρωτούνε η μια την άλλη: «Στσι λυγιές ήτονε, μωρή;» Κι ακούνε μια φωνή απού την κορφή απού τον πρίνο και τώσε λέει: «Αλλού τονε». Τότεσα το καταλάβανε, πως ήτονε φάντασμα κι ώστο να ‘ρθούνε στο χωριό εξεγλωσσιστήκανε. [Αγορούς= τοπωνύμιο όπου έχουν περιουσίες, νιζάμης= τούρκος στρατιώτης]
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Η γρά Μάμαινα ηρχούντονε μια φορά με τη θυγατέρα τζης της Ερήνη από τσ’ Αγόρους. Στο δρόμο ενυχθιαστήκανε κι εφοβούντανε να μην τώσε παντήξη κανείς νιζάμης. (ετοτέσα ήσανε νιζάμηδες). Όντον επερνούσανε στη Χελιδονιά θωρούνε μέσα από τσι λυγιές μιαν κεφαλή κι εψήλωνε κι εψήλωνε. Αυτές εθαρρούσανε, πως ήτονε νιζάμης και σφίγγουνε απάνω κι εγλακούσανε κι εγλακούσανε κι εβγήκεν η γλώσσα ντως μια οργνιά, ίσαμ’ απού ξεπροβάλανε στο Καμάρι. Εκειά ρωτούνε η μια την άλλη: «Στσι λυγιές ήτονε, μωρή;» Κι ακούνε μια φωνή απού την κορφή απού τον πρίνο και τώσε λέει: «Αλλού τονε». Τότεσα το καταλάβανε, πως ήτονε φάντασμα κι ώστο να ‘ρθούνε στο χωριό εξεγλωσσιστήκανε. [Αγορούς= τοπωνύμιο όπου έχουν περιουσίες, νιζάμης= τούρκος στρατιώτης]

Λιουδάκη, Μαρία
Λιουδάκη, Μαρία (EL)

Παραδόσεις

Κρήτη, Μεραμβέλλο, Λατσίδα


1938




Αρ. 1162 Β, σελ. 67 – 68, Μ. Λιουδάκη, Μεραμβέλλο, Λάτσιδα, 1938

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.