Αι Μοίραι θεωρούνται τρεις του αριθμόν. Η ηλικία αυτών είναι διάφορος. Παρίστανται ως επί το πλείστον νήθουσαι. Και άλλοι μεν μύθοι παριστάνουσιν αυτάς ως αράπισσας, άλλοι δε ως λευκάς. Αι Μοίραι αποφασίζουσιν απολύτως περί της τύχης των ανθρώπων, εκείνα δε, τα οποία θα αποφασίσωσιν, είναι αναπόφευκτα. Δια τούτο λέγουσι: «Τα ‘χει η Μοίρα μου γραμμένα, δεν παρέρχεται κανένα» και «γραφτό μου ήτονε». Συνήθως φράσις, την λέγει τις δυστυχήσας εις εαυτόν προς παρηγορίαν και ανάπαυσιν της συνειδήσεώς του, ότι δηλ. αυτός εξετέλεσε το καθήκόν του, αλλά υπέκυψεν εις ανωτέραν δύναμιν. Η επίδρασις των Μοιρών επί του ανθρώπου άρχεται ευθύς εξ αρχής. Αφού γεννηθή το βρέφος, έρχονται αι Μοίραι και μοιράζουσιν αυτό, ήτοι αποφασίζουσιν εν γένει περί του βίου του επί παρουσία αυτού. Άπαξ δε αι Μοίραι μοιράζουσιν. Υπάρχουσι τινες, οίτινες ευνοούνται υπό της τύχης και οι τοιούτοι ονομάζονται γουρλήδες. Υπό της ειμαρμένης έχει ορισθή το τέλος εκάστου, ο ουδείς δύναται να μεταβάλη. Εν τούτοις, καθώς εις το περί εντυμάτων αι εφέραμεν, φρονούσιν ότι οι άγγελοι κρατούσι βιβλίον, εν ω είναι γεγραμμένον το τέλος εκάστου. Φρονούσιν ότι δι έκαστον άνθρωπον ανάπτει κανδύλα είτε εν ουρανώ. Είτε εν Άδη, όταν δε αύτη σβεσθή, τότε αποθνήσκει ο εις ον ανήκει άνθρωπος. Ιδού και η φράσις «έσβυσε το καντύλι του» επί αποθανούντων.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών