Μια φορά επέθανε ένας Απεραθίτης στο βουνό και δεν ήταν εκεί αθρώποι να τόνε ληνυχτίσουνε, να τόνε φυλάουνε. Εβρικολάκιασενε κ’ήφυε κ’επήενε στη Σμύρνη βρικολακιασμένος. Επαντρεύτηκενε κ’ήχτισενε σπίθια κ’ήτανε καένας Απεραθίτης εκεί ταχυδρόμος και τον εγνώρισενε κ’εστράφηκενε και το ‘πε στον παπά. Ο παπάς είπενε για ρώτησε τη γυναίκα dου όλη την εβδομάδα είναι στο χωριό; Όχι λέει, κάθε Παρασκευή φεύγει κ’έρχεται το Σάββατο το πρωί. Και πάει ο παπάς την Παρασκευή το βράδυ που έρχεται και μπαίνει μέσ’στο μνήμα, γιατί οι βρικόλακες συνήθως δίνουν το παρόν στο μνήμα κάθε Παρασκευή. Ήρχουdανε κ’έδωνε το παρώ κ’ήπαιρνε από μια σηκωταριά από τα’αποθαμένοι και τη πήγαινε σπίτι dου κ’ετρώγανε. Επήγαν οι δικοί dου Παρασκευή βράδυ κ’εβάλανε τη πεντάλφα απάνω από το μνήμα σαν σφαγίδα και τον εδιάβασαν κι αμέσως εβουλήσανε στα σπίθια που είχε χτίσει στη Σμύρνη.

Μια φορά επέθανε ένας Απεραθίτης στο βουνό και δεν ήταν εκεί αθρώποι να τόνε ληνυχτίσουνε, να τόνε φυλάουνε. Εβρικολάκιασενε κ’ήφυε κ’επήενε στη Σμύρνη βρικολακιασμένος. Επαντρεύτηκενε κ’ήχτισενε σπίθια κ’ήτανε καένας Απεραθίτης εκεί ταχυδρόμος και τον εγνώρισενε κ’εστράφηκενε και το ‘πε στον παπά. Ο παπάς είπενε για ρώτησε τη γυναίκα dου όλη την εβδομάδα είναι στο χωριό; Όχι λέει, κάθε Παρασκευή φεύγει κ’έρχεται το Σάββατο το πρωί. Και πάει ο παπάς την Παρασκευή το βράδυ που έρχεται και μπαίνει μέσ’στο μνήμα, γιατί οι βρικόλακες συνήθως δίνουν το παρόν στο μνήμα κάθε Παρασκευή. Ήρχουdανε κ’έδωνε το παρώ κ’ήπαιρνε από μια σηκωταριά από τα’αποθαμένοι και τη πήγαινε σπίτι dου κ’ετρώγανε. Επήγαν οι δικοί dου Παρασκευή βράδυ κ’εβάλανε τη πεντάλφα απάνω από το μνήμα σαν σφαγίδα και τον εδιάβασαν κι αμέσως εβουλήσανε στα σπίθια που είχε χτίσει στη Σμύρνη.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Μια φορά επέθανε ένας Απεραθίτης στο βουνό και δεν ήταν εκεί αθρώποι να τόνε ληνυχτίσουνε, να τόνε φυλάουνε. Εβρικολάκιασενε κ’ήφυε κ’επήενε στη Σμύρνη βρικολακιασμένος. Επαντρεύτηκενε κ’ήχτισενε σπίθια κ’ήτανε καένας Απεραθίτης εκεί ταχυδρόμος και τον εγνώρισενε κ’εστράφηκενε και το ‘πε στον παπά. Ο παπάς είπενε για ρώτησε τη γυναίκα dου όλη την εβδομάδα είναι στο χωριό; Όχι λέει, κάθε Παρασκευή φεύγει κ’έρχεται το Σάββατο το πρωί. Και πάει ο παπάς την Παρασκευή το βράδυ που έρχεται και μπαίνει μέσ’στο μνήμα, γιατί οι βρικόλακες συνήθως δίνουν το παρόν στο μνήμα κάθε Παρασκευή. Ήρχουdανε κ’έδωνε το παρώ κ’ήπαιρνε από μια σηκωταριά από τα’αποθαμένοι και τη πήγαινε σπίτι dου κ’ετρώγανε. Επήγαν οι δικοί dου Παρασκευή βράδυ κ’εβάλανε τη πεντάλφα απάνω από το μνήμα σαν σφαγίδα και τον εδιάβασαν κι αμέσως εβουλήσανε στα σπίθια που είχε χτίσει στη Σμύρνη.

Ήμελλος, Στέφανος Δ.
Ήμελλος, Στέφανος Δ. (EL)

Παραδόσεις

Νάξος, Τσικαλαρειό


1959




Λ. Α. αρ. 2303, σελ. 234 – 235, Στεφ. Ημέλλου, Νάξος, (Τσικαλαρειό), 1959

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.