Tο 1951, μια ομάδα ανθρώπων της General Motors, έχοντας επικεφαλής τον Harley Earl, άρχισε να δουλεύει πάνω στην ιδέα ενός νέου σπορ αυτοκινήτου. Η "φόρμουλα" ήταν απλή, αφού θα έπρεπε να κατασκευαστεί ένα μοντέλο σε έκδοση cabrio αλλά με αμάξωμα από fiber glass, που θα βοηθούσε τόσο τη σχεδιαστική ελευθερία, όσο και την ευκολία κατασκευής και ταυτόχρονα θα επέτρεπε και την εξοικονόμηση βάρους. Τελικός στόχος, βέβαια, ήταν να υπάρξει κάποια αμερικάνικη απάντηση στην πλημμυρίδα των εισαγωγών ευρωπαϊκών αυτοκινήτων, αυτής της κατηγορίας. Έτσι, με ένα πρώτο σχέδιο του Bob McLean και εμπνευστή του ονόματος τον William Durant, επικεφαλής φωτογράφο της GM, το μοντέλο ήταν έτοιμο να παρουσιαστεί στο κοινό, σε διάστημα μικρότερο από δύο χρόνια. Χαρακτηρίστηκε σαν το σημαντικότερο - και για αρκετά χρόνια μοναδικό - σπορ αυτοκίνητο της Αμερικής, αποτελώντας την αρχή μιας ολόκληρης "δυναστείας" από 'Vettes που ακολούθησαν, με παρουσία πάνω από μισό αιώνα και μέχρι τις μέρες μας. Δέκα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία ακολούθησε η σειρά C-2, ενώ ο ήδη υπάρχων ανταγωνισμός, ακόμη και από την "ομόσταυλη" Pontiac (που τότε διηύθυνε ο John DeLorean) επιτάχυνε την παρουσίαση, το 1968, της σειράς C-3. Εδώ, οι σχεδιαστικές επεμβάσεις του Bill Mitchell ήταν απόλυτες και καθοριστικές, αφού το συγκεκριμένο μοντέλο έμεινε - με μικρές παραλλαγές - αναλλοίωτο μέχρι το 1982. Το αυτοκίνητο που παρουσιάζεται στο Εκθετήριο, είναι του 1978 και είχε κυκλοφορήσει σχεδιαστικά και τεχνικά βελτιωμένο, με αφορμή τη συμπλήρωση των 25 χρόνων από την πρώτη παρουσίαση της Corvette. Διαθέτει κινητήρα 5.735 κ.ε. V-8, που αποδίδει 175-185 ίππους στη βασική έκδοση (L-48) με αυτόματο σασμάν 3 ταχυτήτων, αλλά υπήρχε και η "γρήγορη" έκδοση (L-82) με εξελιγμένο χειροκίνητο σασμάν 4 ταχυτήτων, όπου - μεταξύ άλλων - η ξανασχεδιασμένη εισαγωγή αέρα και η βελτιωμένη εξάτμιση βοηθούσαν ώστε να αυξηθεί η ιπποδύναμη στους 220 ίππους. Ακόμη, η χρήση αλουμινίου σε ορισμένα εξαρτήματα επέτρεψε τη μείωση του συνολικού βάρους του αυτοκινήτου (το οποίο συνέχισε να κατασκευάζεται από fiber glass) καθιστώντας την έκδοση L-82 το γρηγορότερο αμερικάνικο αυτοκίνητο μαζικής παραγωγής. Κατά το 1978 κατασκευάστηκε σε 46.776 μονάδες, αφού οι επί μέρους βελτιώσεις και μικρές τροποποιήσεις της κάθε χρονιάς δημιούργησαν ξεχωριστούς πίνακες παραγωγής, ενώ το επόμενο εξ ολοκλήρου νέο μοντέλο, το C-4, παρουσιάστηκε το 1984, για να γράψει τη δική του ιστορία μέχρι το 1996, οπότε και αντικαταστάθηκε από το C-5.