Ο όρος αρχιτεκτονικός ρυθμός περιγράφει μια συγκεκριμένη τεχνοτροπία αρχιτεκτονικής όπου τα πιο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εντοπίζονται στην ανωδομή και στους κίονες, με τη χαρακτηριστικότερη διαφορά των ρυθμών να υπάρχει στο κιονόκρανο. Ο Δωρικός, ο Ιωνικός και ο Κορινθιακός ρυθμός είναι αυτοί που κυριάρχησαν στον αρχαιοελληνικό ναό.
Ο Δωρικός ρυθμός αναπτύχθηκε στην κυρίως Ελλάδα και στις δωρικές αποικίες και διακρίνεται για τη λιτότητα και τη μνημειακότητά του. Η αυστηρότητα στις γραμμές παραπέμπει στη βαθμιαία εξέλιξη από την αρχιτεκτονική σε ξύλο στα λίθινα οιδομήματα.
Ο Ιωνικός ρυθμός έχει τις ρίζες του στην Εγγύς Ανατολή και τη Μικρά Ασία και διακρίνεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Οι Ασιατικοί-Ιωνικοί και οι Αττικοί-Ιωνικοί ναοί, οι οποίοι προέβαλαν, αντί για την απλότητα και τη μνημειακότητα του Δωρικού ρυθμού, τη διακοσμητικότητα και την εντύπωση του πλούτου. Χαρακτηριστικό των ιωνικών μνημείων είναι η μεγαλύτερη ελαφρότητα και η χάρη τους που αποτυπώνεται στη ραδινότητα των κιόνων και στα λεπτότερα αρχιτεκτονικά μέλη.
Ο Κορινθιακός ρυθμός είναι μια παραλλαγή του Ιωνικού και είναι ο μεταγενέστερους από τους τρεις. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, το κορινθιακό κιονόκρανο το εφεύρε ο Καλλίμαχος, ενώ το αρχαιότερο γνωστό έως σήμερα εντοπίστηκε στον ναό του Απόλλωνα στις Βάσσες στη Φιγάλεια. Μέχρι τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. η χρήση των κορινθιακών μορφών περιοριζόταν στους εσωτερικούς χώρους. Η σύνθεσή του φέρει ρευστότητα, πλαστικότητα και εκφραστικότητα σε συνδυασμό με τη φυτική διακόσμηση.
Στην έκθεση ανακαλύπτουμε από μοναδικά αρχιτεκτονικά σχέδια όπου αποτυπώνονται οι ρυθμοί μέχρι φωτογραφίες και εικονογραφήσεις αρχαίων ναών και αρχιτεκτονικών μελών.
Η θεματική έκθεση περιλαμβάνει τεκμήρια από τους εξής φορείς: