«Ένα gαιρό σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες βδομήdα χρονώ. Ένας βασιλές που γήθελε να σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες γείπε ‘ς τα παλικάρια να κάννα αλυσσίδα πε την άμδη. Ένα παλλικάρ’ πήγε και το γείπε το bαbά τ’. Πάντε ‘ς το βασιλέ να δώσ’ ορνέκ (δείγμα). Πήγε ‘ς το βασιλέ και γύρεψε, ορνέκ να κάν’ την αλυσσίδα. Ρώτσε ο βασιλές: Ποιος το γείπε να γυρέφτ’ ορνέκ; Να, έχουμ’ ένα bαπού και μας το γείπε, λέγει το παιδί. Γλέπτε, λέγει ο βασιλές, χρειάζουdαι οι παπούδες, να μη τις σφάζτε πλια, να φίντε να πεθνήσκουνα πε το θάνατο. Πε τότε και γύστερα δε σφάζνα τις παπούδες και τις bάbες, αλλά πεθνήσκουνε όdες γερνούσνα. Ο βασιλές το γείπε και τις άλλες τις βασιλέδες και δε σφάζνα πια τις παπούδες και τις bάbες».

«Ένα gαιρό σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες βδομήdα χρονώ. Ένας βασιλές που γήθελε να σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες γείπε ‘ς τα παλικάρια να κάννα αλυσσίδα πε την άμδη. Ένα παλλικάρ’ πήγε και το γείπε το bαbά τ’. Πάντε ‘ς το βασιλέ να δώσ’ ορνέκ (δείγμα). Πήγε ‘ς το βασιλέ και γύρεψε, ορνέκ να κάν’ την αλυσσίδα. Ρώτσε ο βασιλές: Ποιος το γείπε να γυρέφτ’ ορνέκ; Να, έχουμ’ ένα bαπού και μας το γείπε, λέγει το παιδί. Γλέπτε, λέγει ο βασιλές, χρειάζουdαι οι παπούδες, να μη τις σφάζτε πλια, να φίντε να πεθνήσκουνα πε το θάνατο. Πε τότε και γύστερα δε σφάζνα τις παπούδες και τις bάbες, αλλά πεθνήσκουνε όdες γερνούσνα. Ο βασιλές το γείπε και τις άλλες τις βασιλέδες και δε σφάζνα πια τις παπούδες και τις bάbες».
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



«Ένα gαιρό σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες βδομήdα χρονώ. Ένας βασιλές που γήθελε να σφάζνα τις bάbες και τις παπούδες γείπε ‘ς τα παλικάρια να κάννα αλυσσίδα πε την άμδη. Ένα παλλικάρ’ πήγε και το γείπε το bαbά τ’. Πάντε ‘ς το βασιλέ να δώσ’ ορνέκ (δείγμα). Πήγε ‘ς το βασιλέ και γύρεψε, ορνέκ να κάν’ την αλυσσίδα. Ρώτσε ο βασιλές: Ποιος το γείπε να γυρέφτ’ ορνέκ; Να, έχουμ’ ένα bαπού και μας το γείπε, λέγει το παιδί. Γλέπτε, λέγει ο βασιλές, χρειάζουdαι οι παπούδες, να μη τις σφάζτε πλια, να φίντε να πεθνήσκουνα πε το θάνατο. Πε τότε και γύστερα δε σφάζνα τις παπούδες και τις bάbες, αλλά πεθνήσκουνε όdες γερνούσνα. Ο βασιλές το γείπε και τις άλλες τις βασιλέδες και δε σφάζνα πια τις παπούδες και τις bάbες».

Πετρόπουλος, Δ.
Πετρόπουλος, Δ. (EL)

Παραδόσεις

Θράκη, Σκοπός



Δ. Πετρόπουλος, Αρχείον Θρακικού Θησαυρού, τόμος Β, Σκοπός, σελ. 163 - 164

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.