Βρυκόλακες γίνονται οι υπό αραν αρχιρερέως υποπτούντες ‘ς οι εν θανασίμους αμαρτήμασιν από θανόντες. Ούτος εξερχόμενον νυκτός των μνηνμείων, εισέρχονται συβήθως εις τας οικίας των συγγενών ‘ς οικέιαν, ένθα ποιούσι διαφόρας ζημίας, οίον θραύουσι φιάλα ‘ς μαφειρικά σκεύη, διασκορπίζουσι το άλεκτον της καθ’όλων δε την νύκτα αυπνούντες περιφέρονται εξ τας οικίας των συγγενών όθεν ‘ς παροιμία εγεύοντο: ‘’ο βρυκόλακας στη γενειά του πααίνει’’ςπί των βλαπτόντων τους συγγενείς ‘ς απόζα βρυκολάκιασε’’λεγομένη επί των μη κοιμισμένων βρεφών ως ‘ς ετέραν πασχόντων. Ομοίως ‘ς οι αρχαίοι επίστευον ότι αι ψυχαί των νεκρών, ους άζωνον αλάφους, περιπλανώντο, βαρέως φέρονται τουτο η οικία του Πατρόκλου έλεγε προς του Αχιλλέα : ‘’θάπτε με, ότι τάχος πύλας Αίδας περήσω’’
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών